Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

Το Ανείπωτο




     Φαίνεται εύκολο. Φαίνεται πως όλοι το μπορούν. Είναι ο τρόπος του που εξαπατά τους ανθρώπους ή, μάλλον, είναι ο δικός μας τρόπος να ξεγελάμε εαυτούς. Η εγγύτητά του είναι που ξεγελά, που προδίδει τα μάτια και την καρδιά. Αυτή είναι η παγίδα τού πολύ εύκολου, του ανείπωτου.
     Φαίνεται εύκολο να νικήσουμε τον γλυκύπικρο δαίμονα με το ανείπωτο. Με αυτό το όπλο του αντιστεκόμαστε. Κι αυτός κάνει τη Γυναίκα να φαίνεται πως είναι η πιο όμορφη και γύρω της πως έχει το κενό. Κι είναι αυτό που μας τρομάζει, γιατί ίσως καθρεπτίζει το ανείπωτο που έχουμε μέσα μας.
     Όμως, το ανείπωτο, όσο παραμένει τέτοιο, γιγαντώνεται και παίρνει διαστάσεις φοβερές. Η τρέλα του πόθου υπερκαλύπτει το ανύπαρκτο, το άσχημο, το ατελές κι όλα τα μοχθηρά σημεία ενός πάζλ που προσπαθούν να βρουν τη θέση τους. Ένα ένα τα κομμάτια θυσιάζονται σε μια πραγματική ερωτική εκατόμβη.
     Η φοβερή κι επικίνδυνη γοητεία του ανείπωτου μας οδηγεί να αντιλαμβανόμαστε τη Θάλασσα σαν ένα καθρέπτη, που αντανακλά στην επιφάνειά της την τυφλότητα του τυχαίου και περιέχει στα βάθη της την ομορφιά της καταστροφικής μύησης στις ηδονές του Έρωτα.
     Βυθιζόμαστε. Έπειτα μια αχνή δέσμη φωτός μας συνοδεύει στην ανάδυση προς την επιφάνεια, όπου πολλά πεπρωμένα συγκρούονται. Και το πεπρωμένο μας το συναντάμε πάντα στη διαδρομή που διαλέγουμε για να το αποφύγουμε.
     Μένουμε μετέωροι μπροστά στο πραγματικό, μα η ουσία διαλύει κάθε ψευδαίσθηση. Ο Έρωτας είναι ανίκητος στη μάχη.

           Ogni sciocca illusione
           cadrà grazie al vento delle sue ali,
           la leggerezza dell’illusionista
           darà spazio al peso del filosofo;
           ecco un credente,
           immerso nell’Eros!

           [Κάθε ανόητη ψευδαίσθηση
           θα καταρρεύσει χάρις στον άνεμο από τα φτερά του,
           η ελαφρότητα του θαυματοποιού
           θα δώσει χώρο στο βάρος του φιλόσοφου•
           ιδού ένας πιστός,
           βυθισμένος στον Έρωτα!]

                                           
                                                [Το εξάστιχο γράφτηκε κατευθείαν 
                                                στα Ιταλικά και μεταφράστηκε στα 
                                                Ελληνικά από τον Ονομάκριτο, το 
                                                φθινόπωρο του 2009, στο Camogli]

Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Ballerina - Από τα "Χάικου της Μέθης"

Ballerina

Είναι μια σκέψη
Θανάτου που χορεύει
σαν μπαλαρίνα.

[Το έγραψα στην Urbania της Ιταλίας 
τον Αύγουστο του 1993, για την Α.]

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010

Che Bandoneón!


Στην αρχή είναι η μουσική· απλή και ρυθμική, παθιασμένη και νοσταλγική. Παίζει μια "orquesta típica" - όμως καθόλου τυπική - δίχως κρουστά, μόνο βιολιά, πιάνο, κοντραμπάσο και βέβαια bandoneón. Έπειτα έρχεται μια φωνή. Με πάθος και συνάμα θλίψη τραγουδά στίχους που βγαίνουν από την ψυχή. Τραγουδά ένα τάνγκο.
"Un tango puede escribirse con un dedo, pero necesariamente se escribirá con el alma, porque un tango es la intimidad que se esconde, es el grito que se levanta airado, desnudo".
"Ένα τάνγκο μπορεί να γραφτεί με ένα δάχτυλο, όμως σε αυτό πρέπει να υπάρχει ψυχή, γιατί ένα τάνγκο είναι τα μύχια της καρδιάς που κρύβονται, είναι η κραυγή που υψώνεται βίαια, απογυμνωμένη" [Enrique Santos Discépolo, 1901-1951].
Ύστερα, βλέπω την κίνηση· ένα διάλογο αυθεντικό ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό με αφορμή την μουσική. Βλέπω κινήσεις σαν περιπτύξεις, εφήμερες, γεμάτες πάθος και ερωτική διάθεση· μια συνουσία χορευτική.
Κάνω τα πρώτα αδέξια βήματα στη Milonga, ανάμεσα σε σκιές και σύννεφα καπνού. Το μπράτσο μου τυλίγει τη ντάμα σαν νά 'ναι λουλούδι και τα σώματα ενώνονται στο λικνίσμα σαν ένα. Ένα ocho adelante, ένα sanguchito, μια sacada με castigada, μια caída sobre la mujer, μια media luna, και τα μάτια μισόκλειστα για ν' ακούμε καλύτερα το τραγούδι του bandoneón.

Che bandoneón! (1949)

El duende de tu son, che bandoneón,
se apiada del dolor de los demás,
y al estrujar tu fueye dormilón
se arrima al corazón que sufre más.

Estercita y Mimí como Ninón,
dejando sus destinos de percal
vistieron al final mortajas de rayón,
al eco funeral de tu canción.

Bandoneón,
hoy es noche de fandango
y puedo confesarte la verdad,
copa a copa, pena a pena, tango a tango,
embalado en la locura
del alcohol y la amargura.

Bandoneón,
para qué nombrarla tanto,
no ves que está de olvido el corazón
y ella vuelve noche a noche como un canto
en las gotas de tu llanto,
¡che bandoneón!

Tu canto es el amor que no se dio
y el cielo que soñamos una vez,
y el fraternal amigo que se hundió
cinchando en la tormenta de un querer.


Y esas ganas tremendas de llorar
que a veces nos inundan sin razón,
y el trago de licor que obliga a recordar
si el alma está en "orsai", che bandoneón.

Φίλε bandoneón! (1949)

Η μαγεία του ήχου σου, φίλε bandoneón,
δείχνει συμπάθεια στον πόνο των άλλων,
και με την πίεση του κοιμώμενου φυσερού σου
φτάνει στην καρδιά που υποφέρει περισσότερο.

Η Estercita και η Mimí, όπως η Ninón,
άφησαν τη μοίρα τους στο περκάλι
για να φορέσουν στο τέλος σάβανα από ρεγιόν,
στην πένθιμη ηχώ του τραγουδιού σου.

Bandoneón,
σήμερα είναι νύχτα  ξέφρενης γιορτής
και μπορώ να σου εξομολογηθώ την αλήθεια,
ποτήρι το ποτήρι, θλίψη τη θλίψη, τάνγκο το τάνγκο,
ζαλισμένος στην τρέλα
του αλκοόλ και της θλίψης.

Bandoneón,
γιατί να την ονομάσω πλέον,
δεν βλέπεις που ζητά τη λήθη η καρδιά
και εκείνη γυρνά κάθε νύχτα σαν τραγούδι
στις σταλαγματιές του κλάματός σου,
φίλε bandoneón!

Το τραγούδι σου είναι ο έρωτας που δεν δόθηκε
κι ουρανός που ονειρευτήκαμε κάποτε,
είναι ο αδερφικός φίλος που βυθίστηκε
παλεύοντας στην θύελλα μιας αγάπης.

Είναι κι αυτή η φοβερή διάθεση για κλάμα
που κάποιες φορές μας πλημυρίζει δίχως λόγο,
είναι κι ένα ποτήρι αλκοόλ που αναγκάζει να θυμηθούμε
όταν η ψυχή τίθεται εκτός παιχνιδιού, φίλε bandoneón!

Στίχοι: Homero Manzi
Μουσική: Aníbal Troilo

[Για τη μετάφραση των κειμένων από τα Ισπανικά ο Ονομάκριτος].

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

Ο Καπετάν Αγαπητικός


                                   Ο Καπετάν Αγαπητικός

                                   Πότε να έρθ' η άνοιξη
                                   νά 'ρθει το καλοκαίρι,
                                   να βγω στα ξερολίβαδα
                                   και στα παλιά λημέρια,
                                   να πάγω και να πανδρευθώ,
                                   να πάρω μιαν κοντούλαν,
                                   να την εντύσω στο φλωρί
                                   και στο μαργαριτάρι!
                                   Τα παληκάρια τ' άκουσαν,
                                   πολύ τους κακοφάνει.
                                   Τρεις τουφεκιές τον δώσανε,
                                   ταις τρεις φαρμακωμένες.
                                   Βαρείτε τον, τον κερατά·
                                   βαρείτε τον, τον πούστην!

                                                                                       [Παλιό σπάνιο δημοτικό ποίημα]

Δνόφος Αγνωσίας


  δνόφος = γνόφος = βαθύ σκοτάδι 

     Ένα καλοκαίρι, πριν περίπου δέκα χρόνια, βρέθηκα καθισμένος στη σκάλα μιας αυλής να κουβεντιάζω (και να εκτελώ χρέη μεταφραστή) σε μια παρέα Ελλήνων και Ιταλών φιλοσόφων. Συζητούσαμε για τις διάφορες μεθόδους διαλογισμού στον κόσμο. 
     Αυτό που ενδιέφερε τους νεότερους ήταν να μάθουμε πια είναι η πιο σίγουρη ως προς το αποτέλεσμα μέθοδος (όχι απαραίτητα η πιο εύκολη), αλλά κυρίως θέλαμε να μάθουμε αν κάποιος είχε καταφέρει να περιγράψει ικανοποιητικά το ποθητό αποτέλεσμα, δηλαδή την έκσταση και την επαφή με το Όλον, το Ων.  
     Ο γηραιότερος και σοφότερος μας ανέφερε την εκστατική εμπειρία ενός μοναχού του 10ου αιώνα (Συμεών ο Νέος Θεολόγος), ο οποίος περιγράφει ότι ενώ βρισκόταν στο γνόφο και διαλογιζόταν, ξαφνικά όλα γύρω του γέμισαν φως, γέμισαν με το Όλον. Έπειτα συμπλήρωσε με μια δική του εμπειρία.
     Πριν 40 περίπου χρόνια, όταν ήταν 30 ετών, πέθαινε εξαιτίας μιας ολικής νεφρικής ανεπάρκειας. Όμως, ένω έμπαινε σιγά σιγά σε κώμα, άρχισε να σκέφτεται πως καταδύεται αργά στο σκοτεινό βυθό της θάλασσας. Καθώς ο γνόφος τον αγκάλιαζε εντελώς, αισθανόταν σαν να τον αγκάλιαζε το νερό της θάλασσας. Όταν τελικά είδε το φως - το Ων; το Όλον; - μέσα στο γνόφο, ήξερε ότι δεν θα πεθάνει· και το θαύμα συνέβει λίγες μέρες αργότερα.
     Στο τέλος της συζήτησης, καταλήξαμε πως σε κάθε περίπτωση παρόμοιων εμπειριών η απόπειρα περιγραφής του Ώντος είναι ανεπιτυχής. Όχι λόγω ανικανότητας των ανθρώπων αυτών, μα λόγω αδυναμίας της ανθρώπινης διάστασης. 

"Ανταλλάξτε αυτό το παντού και αυτό το κάτι, 
με αυτό το πουθενά και αυτό το τίποτα.
Μην αγχώνεστε αν οι αισθήσεις δεν μπορούν 
να κατανοήσουν αυτό το τίποτα,
γιατί αυτή είναι και η αιτία που περισσότερο το αγαπώ...
Ποιος είναι αυτός που το αποκαλεί τίποτα; 
Σίγουρα ο εξωτερικός μας εαυτός και όχι ο εσωτερικός μας. 
Ο εσωτερικός μας εαυτός το ονομάζει Όλον."

                                [από το "Γνόφος Αγνωσίας", ορθόδοξο κείμενο
                                 ενός άγγλου μοναχού του 14ου αιώνα] 

     Αυτή η εικόνα του γνοφερού βυθού της θάλασσας, αυτής της υδάτινης μήτρας του κόσμου, με συναρπάζει και με συγκινεί. Γι' αυτό βυθίζομαι και εγώ στην άγνωστη κι απέραντη αυτή  θάλασσα του κυβερνοχώρου·  αναμένοντας το φως...

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

Η Πύλη

                                  Σκοτείνιασε περισσότερο
                                  ετούτο το σκοτάδι.
                                  Να η πύλη που σε οδηγεί
                                  σε όλα τα θαυμαστά.
                                                  (TAO TE CHING - LAO TSU, 
                                                              δυστυχώς δεν συγκράτησα το όνομα του 
                                                              μεταφραστή-διασκευαστή, ας με συγχωρέσει).

Εκατομβαιών - Από τα "Χάικου της Μέθης"

Εκατομβαιών
 Καταραμένε
Αύγουστε, να ήσουν δυο
φορές το χρόνο.



Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010

Άβυσσος - Από τα "Χάικου της Μέθης"

Άβυσσος
                                           Αρμενίζοντας
                                           εις ανόδευτον χεύμα·
                                           δυο σκούρα μάτια.

                                                    (Το έγραψα κοιτώντας τη Θάλασσα από τις 
                                                      πλαγιές του Ταϋγέτου, τη χθεσινή σκοτεινή 
                                                 νύχτα, για τα μάτια της Χ.)